φωτοστεφάνι

φωτοστεφάνι
φωτοστεφανρ τό , φωτοστέφανος ο прям. перен. ореол;

φωτοστεφάνι της δόξης — ореол славы


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φωτοστεφάνι" в других словарях:

  • φωτοστεφάνι — το, Ν το φωτοστέφανο. [ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο) * + στεφάνι] …   Dictionary of Greek

  • φωτοστέφανος — φωτοστέφανος, ο και φωτοστεφάνι, το και φωτοστέφανο, το 1. φωτεινός κύκλος, με τον οποίο ζωγράφοι περιβάλλουν τα κεφάλια των αγίων στις αγιογραφίες τους. 2. μτφ., δόξα, αίγλη: Φωτοστεφάνια, δόξες και κύκλοι ονειρευτοί (Κ. Παλαμάς) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»